Donnerstag, 1. November 2007
Από τον δεξί κάτω δρόμο του καλοκαιριού η μέρα ξυπά και φιλιέται με την Κυριακή. Κοράκια πετάνε κι άσπρα φορέματα ανεμίζουν στις στέγες. Η αγάπη μου έχει απλώσει τα κοσμητικά της επίθετα σε στεναγμούς ναρκισσισμού. Φυσάει ξηρός αέρας κι όσοι γνωρίζουν, πουλάνε τα παλτά τους.Νέες εποχές, μια ξεχασμένη λακούβα που μέσα της ισορροπεί το μουχλί ποδήλατο ενός ανισόρροπου παιδιού.Ένα τραγούδι σκύβει απ' το παράθυρο και γίνεται λουλούδι στο βλέμμα της μνήμης.
Σε πεθύμησα τόσο δυνατά, όσο κι ο άνεμος στις ερημιές του θυμαριού.
Κάποιος βαδίζει σ'ένα δρόμο στο Παρίσι και σιγοτραγουδά.Ή στο Βερολίνο.Ένα σύννεφο μου ψιθυρίζει τ'ονομά σου.Το δηλητήριο της αγάπης σου κυλά σ'όλες τις φλέβες μου.
Μια φιλαρμονική ευτυχισμένη στην πλατεία της δυσαρέσκειας.Παλιές υποσχέσεις, σαν σκονισμένες πόλεις, περνάν απο τα μάτια μου.
Βαδίζω και δε μπορώ να παρακάμψω το φάντασμα της απουσίας σου.